- ὑπέδειξεν
- ὑποδείκνυμιshowaor ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
показати — ПОКА|ЗАТИ1 (765), ЖОУ, ЖЕТЬ гл. 1.Дать возможность увидеть, показать: Отъкрыите ларѣ и покажѣте ˫а чл҃вкѹ ономѹ чьто ѥмѹ хранѧть. (δείξατε) Изб 1076, 272; посылаѥть ѥ скорѣѥ къ поминаномѹ воѥводѣ въсточьномѹ. томꙊ самомѹ шьдъшѹ къ ст҃омꙊ вел˫ащѹ… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
υποδεικνύω — ὑποδεικνύω ΝΜΑ, και υποδείχνω Ν, και ὑποδείκνυμι ΜΑ [δείκνυμι / δεικνύω / δείχνω] δείχνω έμμεσα, διδάσκω με υποδείξεις ή υπαινιγμούς (α. «ποιος τού υπέδειξε να ακολουθήσει αυτή την τακτική;» β. «τίς ὑπέδειξεν ἡμῑν φυγεῑν ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς» … Dictionary of Greek